Post 6
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί πολλοί άνθρωποι αρέσκονται να βλέπουν μόνιμα ταινίες τρόμου; Κάποιες απαντήσεις, ίσως, δοθούν με αυτό το άρθρο. Σύμφωνα με τον Irvin Yalom, στον πυρήνα του άγχους μας βρίσκεται συχνά ο φόβος του θανάτου. Στη συνειδητοποίηση αυτή οδηγεί πολλές φορές μια "αφυπνιστική εμπειρία" – ένα όνειρο, μια αρρώστια, μια τραυματική εμπειρία ή το γεγονός ότι γερνάμε. Ο φόβος του θανάτου μπορεί να πάρει τη μορφή μιας διάχυτης ανησυχίας ή να γίνει ψυχοπαθολογικό σύμπτωμα ή ξεσπάει σ’ ένα τρόμο, που αρνείται κάθε ευτυχία και επιτυχία, ανοίγοντας μια θανάσιμη πληγή. Ο S.Freud, το 1926, στο έργο του "Αναστολές, Συμπτώματα και Άγχος" διαφοροποιεί την τραυματική κατάσταση από την κατάσταση κινδύνου. Η τραυματική κατάσταση χαρακτηρίζεται από το αίσθημα αβοήθητου που οφείλεται στο μεγάλο μέγεθος ενός κινδύνου που δεν μπορεί να αποτραπεί, είτε αυτός είναι πραγματικός, είτε αυτός προέρχεται από τα ένστικτα οπότε είναι ψυχικός. Αντίθετα η κατάσταση κινδύνου είναι μία κατάσταση επικείμενου κινδύνου που ακόμη μπορεί να αποτραπεί, δηλαδή δεν έχει οδηγήσει ακόμη στο αίσθημα του αβοήθητου και στην τραυματική κατάσταση. Το άγχος λειτουργεί εδώ σαν προειδοποίηση προκειμένου να αναληφθεί η κατάλληλη δράση που θα αποτρέψει τον κίνδυνο και τον ψυχικό τραυματισμό. Για τον Εμπεδοκλή και τον Πλάτωνα, "η ηδονή και ο πόνος έχουν ως αιτία τους τον έρωτα και τον πόλεμο». ως μεθύστερα επακόλουθα έρωτα-πολέμου, η ηδονή και ο πόνος αναδεικνύουν ένα προς ένα όλα τα ερωτικοπολεμικά χαρακτηριστικά: την απαίτηση για ολότητα, την τάση προς ενοποίηση και διάσπαση, τον γενετικό και φθαρτικό χαρακτήρα. Στον χώρο της ψυχανάλυσης, γίνεται η διάκριση δύο δυνάμεων , της ενόρμηση ζωής και της ενόρμησης του θανάτου. Η πρώτη έχει μέσα της έννοιες όπως είναι η σύνδεση, η ένωση , η σύνθεση και η απόλαυση. Η δεύτερη έχει μέσα της το τέλος, τον πόνο, την αναστολή, την καταστολή, το κενό, την παύση, τον πόλεμο, την επιθετικότητα, την διάσπαση και την αποσύνθεση. Υπό το πρίσμα της ζωής έρχεται ο θάνατος, που αποτελεί ένα αναπότρεπτο συμβάν. Υπό το πρίσμα του θανάτου κινείται η ζωή. Τα τραύματα και ο πόνος που καταγράφονται μέσα μας ως θανατικά σημάδια είναι στη ζωή και αποτελούν ένα αναπόσπαστο μέρος αυτής. Αναπόσπαστο, όμως, μέρος είναι και η επιθυμία του ανθρώπου να μην υπάρχουν αυτά, για αυτό κατατρέχει σε άμυνες που βοηθούν στην "άρνηση" αυτής της πραγματικότητας. Δυστυχώς, η πραγματικότητα έρχεται με ένα μήνυμα τέλους. Κάθε γέννηση συμβολίζει και έναν θάνατο. Και αυτό το γεγονός ο άνθρωπος αρνείται να το αγγίξει. Καταφεύγει , συχνά, ασυνείδητα, σε κάποιες αντιδράσεις, όπως είναι η αναστολή, η μεταφορά, ο καταναγκασμός της επανάληψης,η μετατροπή του αρνητικού σε κάι θετικό. Ο S.Freud, σε κάποιες από τις υποθέσεις του, αντιστοιχεί την δυσαρέσκεια σε μια αύξηση της διέγερσης και την ηδονή σε μια μείωση αυτής της ποσότητας, σε συνδυασμό των δύο αμυνών της ανστολής και του καταναγκασμού της επανάληψης. Αφού, όσο είμαστε δυσαρεστημένοι διατηρούμε την ελπίδα του να έρθει η ευτυχία αργότερα, ενώ όσο είμαστε ευτυχισμένοι το ψυχικό όργανο αισθάνεται ότι θα έρθει το τέλος αυτής και άρα ξανά ο θάνατος. Αυτό θα μπορούσε να γίνει κατανοητό με την ιδέα της αναβλητικότητας. Αναβάλλω κάτι για να έχω την εντύπωση ότι το κρατάω για την συνέχεια και μέσω αυτού έχω την ψευδαίσθηση ότι δεν τελειώνει. Με αυτό τον τρόπο αρχίζω να βιώνω οδυνηρές καταστάσεις καταναγκαστικά, τελετουργικά ίσως,-αναπαραγωγή πανοµοιότυπων δυσµενών συµπεριφορών- και μέσω της επανάληψης αυτής να έχω την αίσθηση ότι τις ελέγχω και εκπαιδεύομαι να τις αντιμετωπίσω, σε περίπτωση που έρθουν αντίστοιχα άσχημες στιγμές και γεγονότα από έξω, δηλαδή από έναν χώρο που δεν έλεγχω εγώ. Συνεπώς, εδώ η απόλαυση δεν έρχεται άμεσα από αυτή την διαδικάσία, αλλά έμμεσα από την ψευδαίσθηση και το κίνητρο αυτής. Αρχίζει να υπάρχει μαι σύνδεση ηδονής και πόνου. Η αίσθηση ελέγχου και επεξεργασίας που βιώνω, με την αίσθηση ότι όλος αυτός ο πόνος θα λήξει με μια χαρά, αφού μπορώ να την αναβάλλω, συνδέει τον έρωτα και την απόλαυση με τον θάνατο και τον πόνο. Σε ενεργειακό επίπεδο, ο άνθρωπος, επαναλαμβάνει το βίωμα για να δώσει την ευκαιρία στον εαυτό του να το επεξεργαστεί, ώστε τα επίπεδα έντασης με τα οποία το εισέπραξε το τραύμα να έρθουν σε ένα ανεκτό επίπεδο για τον ίδιο. Βάσει τα όσα αναφέρθηκαν , επιδιώκει μια σταθερότητα ενεργειακή, για να γλυτώσει από το ενεργειακό χάος και άγχος που του προξένησε το βίωμα (αστάθεια – δυσαρέσκεια – ενόρμηση θανάτου). Στην ουσία όμως η ίδια η επανάληψη πληρεί τα πρότυπα του μαζοχισμού, σε έναν βαθμό. Το απωθημένο τραύμα προσπαθεί να επιστρέψει στο παρόν με τη μορφή ονείρων, συμπτωμάτων, εκδραματήσεων : «…εκείνο που είχε παραμείνει δυσνόητο επιστρέφει και, όπως οι ψυχές σε οδυνηρή περιπλάνηση, αποκλείεται να γνωρίσει ανάπαυση πριν βρει κάθαρση και απολύτρωση». Αν και οι συμπεριφορές που επαναλαμβάνονται υπό το πρίσμα αυτού του ψυχαναγκασμού φαίνονται μάλλον παράλογες και ο ψυχαναγκασμός αυτός αποτελεί ειδικό γνώρισμα των στοιχείων που απορρέουν από το ασυνείδητο γενικότερα, είναι δύσκολο να εντοπισθεί εδώ κάποια μορφή εκπλήρωσης απωθημένων επιθυμιών, ακόμη και με τη μορφή του συμβιβασμού. Η σκέψη του Freud, έτσι όπως διατυπώνεται στα πρώτα κεφάλαια του "Πέραν από την αρχή της ηδονής" , δεν καταλήγει ποτέ σε απόρριψη της βασικής του άποψης, ότι πρέπει πάντα να αναζητείται κάποιας μορφής ικανοποίηση της επιθυμίας, ακόμη και πίσω από εμφανώς οδυνηρές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα την οδύνη του συμπτώματος. Ένα παράδειγμα που μπορεί να κάνει πιο σαφή τον μηχανισμό του καταναγκασμού της επανάληψης είναι εκείνο στο οποίο γυναίκες με πατέρα αλκοολικό επιλέγουν αντίστοιχο σύντροφο. 'Αντρες με μητέρα υποτιμητική προς αυτούς επιλέγουν αντίστοιχα γυναίκες συντρόφους που τους υποτιμούν. Στο κομμάτι της τέχνης, δεν θα μπορούσε και εκείνη να αποτελεί παρά έναν δρόμο προς την ευτυχία. Η τέχνη ξεκινά από την ανάγκη του ανθρώπου να δημιουργήσει, αντί να αποδομήσει, να χτίσει αντί να γκρεμίσει, να συνθέσει. Η τέχνη είναι μια αναγκή που οδηγεί και εκείνη με την σειρά της στην ενόρμηση ζωής, έχοντας την επιθυμία να ξεφύγει απο τον θάνατο (το σημείο μηδέν, το σημείο έναρξης) που αποσυνθέτει και δίνει το "τίποτα", το κενό, την ανυπαρξία. Στην τέχνη υπάρχει η ώση που προέρχεται από την δύναμη του θανάτου. Δημιουργούμε για να γεμίσουμε, για να φύγουμε από το κυνήγι της ματαιότητας, από την θλίψη που προκύπτει απο την παραδοχή οποιασδήποτε έλλειψης. Ο θάνατος είτε είναι πραγματικός, είτε συμβολικός (χωρισμός, τσακωμός, κλπ) καταγράφεται ως έχειν μέσα μας και είναι σχεδόν το ίδιο οδυνηρός. Σε ό,τι αφορά στο χτίσιμο του σεναρίου ενός έργου, προκειμένου να είναι αποδοτικό και να λειτουργεί, θα πρέπει τα επιμέρους στοιχεία του μύθου να ενώνονται κάτω από τη δραματική ευθύνη της δράσης και του ήρωα και να διευθετούνται με έναν ιδιαίτερο τρόπο που περιέχει εν δυνάμει την οπτική απόδοση του μύθου. Σε αυτή και μόνο τη περίπτωση και κάτω από αυτή τη σχέση τα επιμέρους στοιχεία αποτελούν το περιεχόμενο της έννοιας σενάριο, δηλαδή, μιας ιστορίας που λέγεται με εικόνες. ΣΤο κύριο σημείο, όμως, της πλοκής του έργου που μας ενδιαφέρει σήμερα είναι ότι δεν πρέπει να λείπουν οπωσδήποτε δύο κρίσιμες σκηνές, όπου θα φέρνουν τον ήρωα του έργου αντιμέτωπο με εμπόδια, στα οποία ο ήρωας θα βγαίνει είτε νικητής είτε νικημένος. Καταλαβαίνουμε πως δεν είναι τυχαίο το να υπάρχει ως αναπόσπαστο κομμάτι στο σενάριο η κρίσιμη σκηνή. Με βάση όσα έχουν αναφερθεί και λόγω της σεναριακής «απαίτησης» αυτής, αντιλαμβάνεται κανείς την ανάγκη του θεατή και γενικά του ανθρώπου να βιώνει καταστάσεις αγωνίας. Εκεί «ποντάρει» κιόλας η επιτυχία ενός έργου! Είτε γιατί μέσω της ταύτισής μας με κάποια πρόσωπα της οθόνης θέτουμε σε δράση και διευκολύνουμε τον καταναγκασμό της επανάληψης, είτε γιατί η θέαση ταινιών καλύπτει πολλά κομμάτια του εαυτού μας και μας εξυπηρετεί κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελεί θεραπευτική διαδικασία. Βέβαια, υπάρχουν, πολλές ταινίες που σε κάποιους ανθρώπους αφήνουν μεγάλα στίγματα στον ψυχισμό τους και ίσως κάνουν κακό, αυτό όμως σημαίνει πως πάλι διεκπεραιώθηκε μια διαδικασία ταύτισης, πως πάλι υπήρξε μια διάδραση και ίσως αν μπορούσε να πει κανείς μια προβλητική ταύτιση. Μέσα απο την όλη διαδικασία γίνεται ένα είδος εκφόρτισης του απωθημένου φόβου του θανάτου και καθώς το έργο τελειώνει ο θεατής βγαίνει έξω από την όλη διαδικασία έχοντας την ιδέα οτι όλα όσα είδε και βίωσε αποτελούν μια δράση έξω από αυτόν, ότι όλα τελικά έγιναν στην οθόνη. Οπότε αναζητά ξανά την επανάληψη και την ιδέα βιωματικής εμπειρίας τρόμου, για να καθυποτάξει αυτή την καταστροφική δύναμη και ο αγώνας συνεχίζεται. Η καλύτερη λύση, βέβαια, για όλη αυτή την αέναη διαδρομή είναι η ψυχοθεραπεία. Κατερίνα Χονδρομπύλα Ψυχολόγος